Στροφή στα ακίνητα λιγότερων δωματίων έχουν κάνει οι Έλληνες δίνοντας τον ρυθμό και στις νέες κατασκευές. Η ραγδαία αύξηση των οικοδομικών υλικών, σε συνδυασμό με τη μειωμένη χρηματοδότηση νέων στεγαστικών δανείων, σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία, έχουν αλλάξει τα δεδομένα της αγοράς και τις δυνατότητες των αγοραστών ιδιαίτερα των νέων. Αποτέλεσμα να μικραίνει σε τετραγωνικά το όνειρο του Ελληνα να αποκτήσει το δικό του σπίτι και παράλληλα το καινούργιο ακίνητο να είναι μόνο για λίγους.
Είναι ενδεικτικό σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής ότι οι περισσότερες νέες κατοικίες διαθέτουν έως 3 δωμάτια, ενώ στοιχεία της αγοράς επιβεβαιώνουν ότι το 2022 πάνω από τέσσερα στα δέκα σπίτια που αγοράστηκαν ήταν έως 75 τετραγωνικά. Το πεντάμηνο Δεκεμβρίου 2022 – Απριλίου 2023, 10.146 νέες κατοικίες σε όλη την Ελλάδα από το σύνολο των 12.977, με βάση τις οικοδομικές άδειες (συμπεριλαμβανομένων κατοικιών από προσθήκες, αναπαλαιώσεις, αναθεωρήσεις και νομιμοποιήσεις) είχαν έως τρία δωμάτια, ενώ μόλις 2.811 είχαν από τέσσερα δωμάτια και άνω και από αυτές μόλις 593 πάνω από έξι δωμάτια.
Το γεγονός ότι οι τράπεζες δεν χρηματοδοτούν πλέον περισσότερο από το 60%-65% της αγοράς κατοικίας, αλλά και τα πιο αυστηρά κριτήρια στις εκταμιεύσεις στεγαστικών δανείων, αλλάζουν τα σχέδια των αγοραστών που ναι μεν θέλουν καινούργιες, σύγχρονες και μεγάλες κατοικίες, ωστόσο περιορίζονται σε μικρότερες και παλαιότερες για να στεγάσουν το νοικοκυριό τους και αφού οι τιμές είναι ιδιαίτερα υψηλά, στρέφονται ακόμα και σε παλιά ακίνητα. Σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς, τη χρονιά που πέρασε μόλις τρεις στους δέκα αγόρασαν κατοικίες άνω των 100 τ.μ., ενώ αναφορικά με την παλαιότητα το 73,6% αγόρασε σπίτια άνω των 20 ετών και μόλις το 10,9% νεόκτιστα ακίνητα ή ακίνητα δεκαετίας.
Υψηλές τιμές
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος οι αυξήσεις που καταγράφηκαν στο πρώτο τρίμηνο του 2023 σε όλες τις κατηγορίες ακινήτων ήταν οι μεγαλύτερες των τελευταίων ετών. Οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) ήταν κατά μέσο όρο αυξημένες κατά 14,5% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2022. Ειδικότερα κατά 12,8% ήταν η αύξηση για τα νέα διαμερίσματα, δηλαδή κατασκευής έως 5 ετών, και 15,6% για τα παλαιά, άνω των 5 ετών. Οσο για τις περιοχές η αύξηση των τιμών των διαμερισμάτων ήταν 16,5% στην Αθήνα, 16,1% στη Θεσσαλονίκη, 13,1% στις άλλες μεγάλες πόλεις και 10,6% στις λοιπές περιοχές της χώρας. Οι αυξήσεις αυτές που «μικραίνουν το όνειρο κατοικίας» για τους Έλληνες ή το κάνουν απατηλό εδράζονται για τα νέα ακίνητα στη ραγδαία αύξηση του κόστους κατασκευής, το οποίο κάνει ράλι την τελευταία διετία αλλάζοντας σχέδια και προϋπολογισμούς. Είναι ενδεικτικό ότι μέσα σε έναν χρόνο οι τιμές στα υλικά κατασκευής ακινήτων (2022-2023) εκτοξεύτηκαν εμφανίζοντας διψήφια ποσοστά αύξησης όπως τα τούβλα 17,1%, οι υαλοπίνακες ασφαλείας 12,7%, τα θερμαντικά σώματα 12,3%, ενώ σημαντικές είναι οι αυξήσεις και στα άλλα υλικά όπως τα παρκέτα 7,9%, τα κουφώματα αλουμινίου 7,8% αλλά και το έτοιμο σκυρόδεμα 7,4%.
Η αλλαγή στάσης απέναντι στο ακίνητο δεν αποτελεί μόνο ελληνικό φαινόμενο, λόγω των αυξημένων τιμών και των ενοικίων. Η συνεχής αύξηση των επιτοκίων που κάνει πολύ υψηλό το κόστος δανεισμού για αγορά κατοικίας κάνει όλο και περισσότερους Ευρωπαίους να εγκαταλείπουν την ιδέα να αγοράσουν τη δική τους στέγη και να στραφούν προς την ενοικίαση. Η τάση αυτή με τη σειρά της όμως οδηγεί σε μεγάλες αυξήσεις και τις τιμές των ενοικίων, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο που τελικά προκαλεί περισσότερη ακρίβεια.
Οπως αναφέρουν σε αφιέρωμά τους οι «Financial Times», τα ενοίκια σε ευρωπαϊκές πόλεις όπως το Λονδίνο, το Παρίσι και το Βερολίνο βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο που έχει ποτέ καταγραφεί, ενώ «οι ενοικιαστές αισθάνονται την πίεση από τα ελληνικά νησιά μέχρι το Ταλίν της Εσθονίας». Καθώς περισσότεροι υποψήφιοι αγοραστές από τη μεσαία τάξη αναγκάζονται να μένουν σε ενοικιαζόμενα σπίτια, αυτή η πρόσθετη πίεση στην αγορά έχει αυξήσει το κόστος για τους ενοικιαστές με χαμηλότερα εισοδήματα – ειδικά σε τοποθεσίες με μεγάλη ζήτηση.
Σκούφου Δήμητρα




