Ενώ στις προηγούμενες φάσεις των ερευνών δόθηκε έμφαση στον εντοπισμό και στην ανέλκυση αντικειμένων προκειμένου να συντηρηθούν και να εκτεθούν, αυτή η τελευταία επικεντρώθηκε στην στρωματογραφική απεικόνιση του ναυαγίου, που χρονολογείται από το 2ο τέταρτο του 1ου αιώνα και ανακαλύφθηκε από σπογγαλιείς το 1900, και στην διερεύνηση επιπλέον χώρων του. Τα στοιχεία που ήρθαν στο φως, μάλιστα, παρέχουν σημαντικές νέες πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες βύθισης του πλοίου αλλά και την κατάσταση διατήρησής του.
Η έρευνα συνεχίστηκε στο ανατολικό τμήμα του ναυαγίου, εκεί όπου το 2022 βρέθηκε, κάτω από τεράστιους βράχους, πλήθος μαρμάρινων αντικειμένων μεταξύ των οποίων και η εντυπωσιακή κεφαλή ενός Ηρακλή η οποία συνδέεται με μαρμάρινο ακέφαλο άγαλμα του Ηρακλή τύπου Φαρνέζε του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου που είχε ανελκυστεί το 1901 από τους Συμιακούς σφουγγαράδες. Μάλιστα ένα γλυπτό θραύσμα που βρέθηκε πιθανατότατα να προέρχεται από την κώμη ή από τη γενειάδα του συγκεκριμένου αγάλματος.
Όλα τα παραπάνω βρέθηκαν σε τομή 2χ2 μέτρων που διανοίχτηκε, στο συγκεκριμένο σημείο του ναυαγίου, περιβαλλόμενα από ένα παχύ στρώμα συσσωμάτωσης που προηγείται του ξύλινου σκαριού του πλοίου.
Τα ευρήματα αποτυπώθηκαν σε ψηφιακή τρισδιάστατη μορφή και προστέθηκαν στη βάση δεδομένων του Συστήματος Γεωγραφικών Πληροφοριών (GIS), στο οποίο έχουν αποθηκευθεί όλες οι πληροφορίες που έχουν συλλεχθεί για το ναυάγιο των Αντικυθήρων.
Η υποβρύχια έρευνα στα Αντικύθηρα διεξάγεται από τη Ελβετική Αρχαιολογική Σχολή στην Ελλάδα, υπό την συν-διεύθυνση των Αγγελικής Γ. Σίμωσι, δρος αρχαιολόγου, Διευθύντριας της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων, και του καθηγητή κλασικής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης, Lorenz E. Baumer. H εποπτεία της έρευνας διενεργείται από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων δια των Αικατερίνης Ταγωνίδου, καταδυόμενης αρχιτέκτονα, και Αθηνάς Πατσούρου, καταδυόμενης εργατοτεχνήτριας.Υπεύθυνος για την ομαλή διεξαγωγή της έρευνας έχει οριστεί λόγω της μεγάλης εμπειρίας του σε δύσκολες αποστολές ο αντιναύαρχος (ε.α.), Αλέξανδρος Παλατιανός, ενώ τη διεύθυνση πεδίου έχει ο ερευνητής του Πανεπιστημίου της Γενεύης, Αλέξανδρος Σωτηρίου.



